Δευτέρα 16 Οκτωβρίου 2017

Προσεχώς Βουλγάρες: Από τον Τζίμη Πανούση και το «Sugar Town» μέχρι το έγκλημα στην Κρήτη

Περίπου 90.000-120.000 Βούλγαροι ζουν και εργάζονται στην Ελλάδα
Προσεχώς Βουλγάρες: Από τον Τζίμη Πανούση και το «Sugar Town» μέχρι το έγκλημα στην Κρήτη
Υπαίθρια πορνεία, γκέτα νεαρών Βουλγάρων, «αόρατη» πολιτεία - Τρεις στυγνές δολοφονίες, μία κοινή υπηκοότητα
«Προσεχώς Βουλγάρες. Θα παρακολουθήσετε το κοινωνικό δράμα "Προσεχώς Βουλγάρες", το οποίο στηρίζεται εις τα κάτωθι. Οι Βουλγάρες είναι άριες με βούλα. Θέλουνε ειδική μεταχείριση. Εμείς θέλουμε προπόνηση. Δηλαδή να μάθουμε το know how. "How are you? My name is Mitsos. Πάμε στο ξενοδοχείο που σε θέλω για μια δουλειά". Το λέει και η λέξη άλλωστε. Προσέξτε!  Μ' αυτά τα λόγια, τα οποία ακολουθούσε η επί σκηνής παρουσία μίας τσίτσιδης καλλονής Βουλγάρας, ξεκινούσε προ ετών η εικονοκλαστική παράσταση του αναρχικού καλλιτέχνη Τζίμη Πανούση, κάτι σαν αναπαράσταση της διψασμένης για φρέσκια αλλοδαπή σάρκα γερασμένης ελληνικής επαρχίας, αυτής, όπου από τις αρχές της δεκαετίας του '90 πλημμύρισε με έμψυχα βαλκανικά και ρωσικά “προϊόντα” ανοιχτά προς κάθε χρήση και κατάχρηση. Στις παρυφές κάθε ευυπόληπτου ελληνικού χωριού, πίσω από την επιγραφή “πατρίς-θρησκεία-οικογένεια” που κοσμούσε τους τοίχους και τις συνειδήσεις του οικογενειάρχη Έλληνα υψώνονταν χρόνο με το χρόνο ταμπέλες “γαρνιρισμένες” με πορτοκαλοκίτρινα φωτάκια και επιγραφές του στυλ “Προσεχώς Βουλγάρες”.

Το σκληρό κονσομασιόν ανθεί, σέρνοντας σάρκα κυρίως από τα Βαλκάνια. Σφριγηλή, φτηνή και πάνω απ' όλα αναλώσιμη. Η οικονομική μετανάστευση, συνώνυμο της δυστυχίας, μετατρέπεται σε χαρά στα σκέλια νεαρών και κυρίως μεσήλικων και ηλικιωμένων ανδρών της επαρχίας που η γυναίκα τους “δεν κάνει τέτοια κόλπα”, δεν βρίσκεται πλέον στη ζωή, ή δεν υπήρξε ποτέ. Οι νταβατζήδες θησαυρίζουν, η πολιτεία κάνει τα στραβά μάτια, οι ιθύνοντες προσφέρουν κάλυψη με την σιωπή τους, τα όνειρα των γυναικών αυτών για μια καλύτερη ζωή πετρώνουν μαζί με την ψυχή τους. Η έξοδος από αυτή την κόλαση ισοδυναμεί για πολλές από αυτές με έναν αρραβώνα, μ' ένα γάμο, με μία αποκατάσταση που θα τις προικίσει μ' ένα καινούριο όνομα, μια νέα ταυτότητα και αρκετό χρήμα. Κάποιες τα καταφέρνουν τυλίγοντας υπέργηρους γαμπρούς με την ελπίδα της σύντομης αναχώρησής τους από τη ζωή, κάποιες άλλες συνεχίζουν από χωριό σε χωριό κι από πόλη σε πόλη το ταξίδι της περιπλανώμενης βίζιτας και κάποιες τρίτες επιλέγουν να εργαστούν ως οικιακές βοηθεί στην οικία κάποιου μοναχικού άνδρα με το όραμα της μετάλλαξης τους από δουλικά σε κυρίες.

Όσο οι γάμοι, οι έρωτες αλλά και οι επαναλαμβανόμενες ερωτικές περιπτύξεις Ελλήνων με αλλοδαπές αυξάνονται τόσο θεριεύει ο κοινωνικός ρατσισμός. Για τους περισσότερους θεατές του παράλογου αυτού θιάσου και μόνο το γεγονός ότι είσαι Βουλγάρα, Ρωσίδα, Ουκρανική ή Γεωργιανή σηματοδοτεί την “άτιμη ράτσα” σου, την “παρακατιανή” πάστα σου, την “αναίσχυντη” ζωή σου, το “δολοφονικό” σου DNA. Βαθιά ανόητες και επικίνδυνες γενικεύσεις που στιγματίζουν με τη ρετσινιά της φτήνιας όχι μόνο πρόσωπα αλλά και ολόκληρους λαούς. Κι αν σε όλους τους λαούς της Δύσης οι αποχρώσεις της ψυχής των ανθρώπων εμπεριέχουν όλα τα χρώματα, για τα κορίτσια των Βαλκανίων δεν παίζουν παρά μόνο δύο: εκείνο του φτηνού ροζ ή του απόλυτα μαύρου...

Ο δήμαρχος που διψούσε για... Sugar Town

Το φτηνό ροζ δεν κυριαρχούσε ωστόσο μόνο στην ψυχή των κοριτσιών απ' τα Βαλκάνια και την πρώην Σοβιετική Ένωση που κατέφθαναν στη χώρα μας για μια καλύτερη ζωή αλλά και σ' εκείνη πολλών ημεδαπών ανδρών όπως στην περίπτωση του πρώην δημάρχου Ζαχάρως κ. Πανταζή Χρονόπουλου ο οποίος τον Αύγουστο του 2005 διοργάνωσε μία εκδρομή -που έλαβε τον ευφάνταστο κινηματογραφικό τίτλο “Sugar Town”- υποκινούμενος από την “άδολη” επιθυμία του να αποκαταστήσει τους εργένηδες της περιοχής του.

Η προεκλογική του δέσμευση ότι θα βρει νύφες στους ψηφοφόρους του πιάνει τόπο και ένα τσούρμο ελεύθερα “παλικάρια” επιβιβάζονται τότε σε... γαμήλιο πούλμαν με προορισμό την πόλη Κλιν της Ρωσίας. Το ταξίδι προς το Κλιν έχει το άρωμα μιας σουρεαλιστικής πενταήμερης όπου σκληροτράχηλοι πρωταγωνιστές μεταμορφώνονται σε έφηβους διψασμένους για το χάδι του μεγάλου έρωτα. Καθόλη τη διάρκεια του εν λόγω ταξιδιού φρεσκάρουν τη μνήμη τους επάνω στις απαραίτητες φράσεις “Πώς σε λένε;”, “Είσαι πολύ όμορφη”, “Σ' αγαπώ” απλώνοντας την φαντασία τους σε δίμετρα κορμιά, την παλάμη τους σε κατάξανθα μαλλιά και το βλέμμα τους σε γαλανά μάτια. Η τελευταία, κόβεται απότομα όταν φτάνουν στο κέντρο διασκέδασης όπου τους περιμένουν οι υποψήφιες νύφες. Δεν έχουν δίμετρα πόδια, ούτε καγκελωτά στήθη, δεν φορούν σούπερ μίνι ούτε βαθιά ντεκολτέ, δεν είναι εύκολα διαθέσιμες ούτε δύσκολα προσεγγίσιμες. Οι γυναίκες που στέκουν απέναντί τους δεν ανταποκρίνονται ούτε στο ελάχιστο στα όνειρα και στις κυρίως στις ονειρώξεις τους. Είναι ντυμένες απλά, με ανεπαίσθητο μακιγιάζ, μαλλιά πιασμένα κότσο, προικισμένες με πτυχία και υψηλές επαγγελματικές θέσεις. Η αίθουσα γεμίζει με αμήχανα βλέμματα, τα ποτήρια με κονιάκ, κάνα δυό “Λιου μπλιου” (Σ' αγαπώ), λίγο Ζορμπά, πολύ απογοήτευση...

Στο πούλμαν της επιστροφής δεν επιβιβάζονται τα γέλια της χαράς ούτε οι ελπίδες μιας καινούριας ζωής που έπνιγαν στο ξεκίνημά τους τα “παλικάρια” από τη Ζαχάρω. Ο άκρατος ενθουσιασμός τους στέρεψε μπροστά στην εικόνα των καλοβαλμένων, πλην καθημερινών γυναικών που δεν άγγιζαν στο παραμικρό την εικόνα της αλλοδαπής θεάς. Η ιστορία αποκατάστασης των εργένηδων της Ζαχάρως πέφτει στο κενό αφήνοντας πίσω της τη μεταφορά της στην μεγάλη οθόνη υπό τον τίτλο “Sugar-Town-Οι γαμπροί” -η οποία απέσπασε το πρώτο βραβείο στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης- και μερικά ψηφαλάκια για τον “δήμαρχο-προξενητή” Πανταζή Χρονόπουλο...

Υπαίθρια πορνεία, γκέτα νεαρών Βουλγάρων, αόρατη πολιτεία...


Έκτοτε, οι προσπάθειες περί αποκατάστασης της εργένηδων της περιοχής μπήκαν όπως ήταν αναμενόμενο στο συρτάρι των ιθυνόντων επιτρέποντας ταυτόχρονα να βγουν στην πιάτσα “μαγαζιά” που φιλοξενούν κοπέλες από τα Βαλκάνια, κυρίως από την Βουλγαρία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η... επιχείρηση «Πορνείο η ύπαιθρος» που είχαν στήσει δύο Βούλγαροι με δύο Βουλγάρες στο δάσος της Στροφυλιάς. Ο ιδιότυπος αυτός οίκος ανοχής λειτουργούσε μέχρι πρόσφατα όχι σε κάποιο σπίτι ή παράγκα αλλά στο Κουνουπέλι Μανωλάδας Ηλείας κάτω από τα πεύκα του δάσους χαρίζοντας “τέρψη” στους εργάτες της ευρύτερης περιοχής. Το κρεβάτι είχε διαμορφωθεί ανάμεσα σε θάμνους με μια κουβέρτα, μωρομάντηλα και προφυλακτικά ενώ στην “είσοδο” του πορνείου στεκόταν πάντα ένας Βούλγαρος ο οποίος οδηγούσε τους υποψήφιους πελάτες στις ομοεθνείς του οι οποίες εκδίδονταν για το ποσό των δέκα ευρώ. Η παραπάνω ιστορία δεν είναι η μοναδική αλλά μια σταγόνα στον ωκεανό των γυναικών από τη Βουλγαρία που εκδίδονται στη χώρα μας για ένα κομμάτι ψωμί...

Ήταν πριν από λίγες μόλις ημέρες όταν διαδικτυακό κανάλι της Πάτρας παρουσίασε ένα συγκλονιστικό ρεπορτάζ υπό τον τίτλο “Οι Βουλγάρες στα κρεβάτια αγροτών κάθε ηλικίας”. Το εν λόγω ρεπορτάζ σημείωνε ότι το τελευταίο διάστημα η περιοχή της Δυτικής Αχαΐας έχει μετατραπεί σε γκέτο νεαρών Βουλγάρων οι οποίες προσφέρουν τις ερωτικές υπηρεσίες τους έναντι αμοιβής σε περίοικους πολλοί από τους οποίους έχουν συνάψει ακόμη και σχέσεις με τις καλλίγραμμες νεαρές γυναίκες. Σύμφωνα πάντα με το ρεπορτάζ πελάτες τους είναι κατά κανόνα “άνδρες άνω των 50 ετών και ζωηροί παππούδες” ενώ οι εκδιδόμενες ζουν σε κοινούς χώρους όπου και κανονίζουν τα παράνομα ραντεβού τους.

Οι ιθύνοντες γνωρίζουν αλλά κάνουν ότι δεν βλέπουν, ότι δεν ξέρουν, ότι δεν αντιλαμβάνονται το εμπόριο λευκής σαρκός που σε πολλές περιπτώσεις τείνει να γίνει νόμιμος δεσμός απειλώντας ζωές και περιουσίες. Η απειλή της ζωής και της περιουσίας ευκολόπιστων ανδρών δεν αποτελεί δημοσιογραφικό “εύρημα” καθώς το τελευταίο διάστημα τρία στυγερά εγκλήματα πάγωσαν το Πανελλήνιο. Οι Βουλγάρες πρωταγωνίστριες τους μπορεί να μην εργάζονταν σε κάποιο οίκο ανοχής, επεξεργάζονταν όμως άριστα τον τρόπο με τον οποίο θα έβγαζαν χρήμα βάζοντας βαθιά στη γη τους άνδρες που υποκρίθηκαν ότι αγάπησαν όσο τίποτε άλλο στη ζωή τους.

Τρεις στυγνές δολοφονίες, μία κοινή υπηκοότητα

Το περασμένο Σάββατο, η δολοφονία με καραμπίνα του επιφανούς καρδιολόγου της Κρήτης Χριστόδουλου Καλαντζάκη λίγα χιλιόμετρα έξω από τη Σητεία της Κρήτης κόβει την ανάσα της κοινής γνώμης που ζητά την άμεση σύλληψη του δράστη. Οι Αρχές δεν αργούν να εξιχνιάσουν το αποτρόπαιο αυτό έγκλημα. Λίγες ώρες μετά, στην περιοχή Κουτσουνάρι εντοπίζουν και συλλαμβάνουν έναν 38χρονο Βούλγαρο ο οποίος ομολογεί ότι σκότωσε το γιατρό. Η συνέχεια, ακόμη πιο σοκαριστική καθώς στο παρασκήνιο κρύβεται η 38χρονη σύζυγος του γιατρού και ερωμένη του Βούλγαρου. Το σατανικό ζευγάρι κρίνεται προφυλακιστέο με τη σύμφωνη γνώμη ανακριτή και εισαγγελέα ενώ ολόκληρη η Κρήτη μιλάει για το μεγάλο λάθος του καρδιολόγου να παντρευτεί την εν λόγω γυναίκα.

“Εκείνη και η μάνα της ήρθαν πριν από κάποια χρόνια στην Ελλάδα αναζητώντας μία καλύτερη τύχη” λέει πρόσωπο από τη Σητεία.

Και συνεχίζει: “Καθάριζαν μαζί το γραφείο του γιατρού και κάπως έτσι η κόρη γνώρισε το γιατρό ο οποίος κατά το παρελθόν ήταν παντρεμένος με μία εξαιρετική κυρία. Εκείνος, θαμπώθηκε από την ομορφιά της, εκείνη από τα λεφτά του κι έτσι πριν από περίπου πέντε χρόνια σύναψαν ερωτικές σχέσεις, για να ακολουθήσει ο γάμος τους το 2011. Τότε έπεσαν όλοι πάνω του, συγγενείς και φίλοι λέγοντάς του ότι αυτός ο γάμος θα σήμαινε την καταστροφή του. Δεν ήταν μόνο η τεράστια διαφορά ηλικίας που τους χώριζε -πάνω από δύο δεκαετίες- αλλά και δύο κόσμοι που δεν είχαν τίποτε κοινό. Παρόλα αυτά ο γάμος έγινε και πριν από τέσσερα χρόνια απέκτησαν κι ένα παιδί. Η κυρία έκανε πριγκιπική ζωή με λούσα και ταξίδια που δεν είχε φανταστεί ούτε στα πιο βαθιά της όνειρα. Παρόλα αυτά δεν εκτίμησε αλλά ούτε και σεβάστηκε τίποτα. Όπως ακούγεται στην περιοχή, τα τελευταία δύο χρόνια κατά τα οποία εικάζεται ότι είχε δεσμό με τον 37χρονο ομοεθνή της, είχε καταφέρει να αποσπάσει μέσα από το σπίτι πάνω από τριάντα χιλιάδες ευρώ, χρήματα που λογικά τα έστελνε στον εραστή της. Ο Χριστόδουλος είχε υποψιαστεί ότι κάτι τρέχει, αλλά σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε να πιστέψει ότι η γυναίκα που έχρισε από υπηρέτρια σε βασίλισσα θα υπέγραφε την θανατική του καταδίκη...”.

Ούτε ο ναυτικός Βασίλης Κοκκίνης, ο οποίος τον Ιανουάριο του 2016 είχε βρεθεί νεκρός μέσα σε καταψύκτη σε διαμέρισμα της Καλλιθέας, θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί ότι ως εγκέφαλος του τέλος του θα φερόταν η κατά πολλά έτη μικρότερη Βουλγάρα σύζυγός του, με την οποία είχαν αποκτήσει ένα παιδί. Σύμφωνα με μαρτυρίες, η γνωριμία τους είχε γίνει σε κάποιο μπαρ της Αθήνας όπου εργαζόταν τότε η 50χρονη σήμερα γυναίκα. Εκείνη αναζητούσε μια καλύτερη ζωή, εκείνος μία σύντροφο και μία οικογένεια. Λίγο καιρό μετά το γάμο τους, ο Βασίλης Κοκκίνης αγοράζει στη μητέρα της συζύγου του που διαμένει στην Βουλγαρία ένα σπίτι για μια καλύτερη διαβίωση, ενώ εξασφαλίζει τα πάντα στην μέχρι πρότινος οικονομικά απεγνωσμένη σύζυγό του. Το ζευγάρι δεν τα πηγαίνει καλά και κάποια χρόνια αργότερα ακολουθεί το δρόμο του διαζυγίου. Το 2008, εκείνη σηκώνει 228.000 ευρώ από έναν λογαριασμό που υπήρχε στο όνομα του παιδιού της και φεύγει για Βουλγαρία μαζί με το παιδί. Επιστρέφει λίγο αργότερα, νοικιάζει ένα σπίτι στην Καλλιθέα και περνάει το περισσότερο διάστημα με την παρέα ομοεθνών της, καθώς η επιμέλεια του παιδιού είχε δοθεί στον άτυχο ναυτικό.

Είναι αρχές Ιανουαρίου του 2015 όταν με την βοήθεια δύο ακόμη ατόμων φέρεται να δολοφονεί μέσα στο διαμέρισμά της τον πρώην σύζυγό της και να τον τοποθετεί σε καταψύκτη που βρίσκεται στον εσωτερικό χώρο σπιτιού. Ύστερα εξαφανίζεται, συνεχίζοντας ωστόσο να πληρώνει κανονικά το ενοίκιο του σπιτιού. Οι συγγενείς και οι φίλοι του Βασίλη Κοκκίνη τον αναζητούν για μήνες, μέχρι τη στιγμή που, ένα χρόνο αργότερα, ανακαλύπτουν το πτώμα του, τοποθετημένο σε εμβρυακή στάση, μέσα στον καταψύκτη...

Ανάλογο φρικτό τέλος είχε ο 86χρονος Σταύρος Γαλανάκης, ο οποίος στα 80 του χρόνια και ύστερα από το χαμό της συζύγου του επέλεξε να παντρευτεί μία 40χρονη Βουλγάρα. Μετά το γάμο ο Γαλανάκης πουλάει ένα σπίτι του έναντι του ποσού των 250 χιλιάδων ευρώ ενώ από το διαμέρισμα όπου διαμένει με τη νέα του σύζυγο εξαφανίζονται γούνες και χρυσαφικά. Λίγα χρόνια μετά το γάμο τους, ο 80χρονος άνδρας διαβιώνει στο... μπαλκόνι του σπιτιού του κάτω από απάνθρωπες συνθήκες. Επί ενάμισι χρόνο κοιμόταν, έτρωγε, έκανε μπάνιο και άλλαζε πάνες στο μπαλκόνι, την ώρα όπου η Βουλγάρα σύζυγός του εισέπραττε την σύνταξή του από το ΝΑΤ που ανερχόταν εκείνη την εποχή στις 2.000 ευρώ. Μετά από ένα τηλεφώνημα γειτόνων του στη Γραμμή Ζωής, ο παππούς ελευθερώνεται, μεταφέρεται με κάταγμα ισχίου και πλευρών καθώς και λοίμωξη του αναπνευστικού σε δημόσιο νοσοκομείο και αποβιώνει λίγο καιρό αργότερα. Η Βουλγάρα σύζυγος εξαφανίζεται κρατώντας σήμερα στα χέρια της τη σύνταξή του και στο “βιογραφικό” της την έμμεση δολοφονία του Έλληνα συζύγου της, για την οποία δεν θα λογοδοτήσει ποτέ και σε κανέναν...

Τα παραπάνω εγκλήματα δεν χαρακτηρίζουν σε καμία περίπτωση έναν ολόκληρο λαό και κάθε απόπειρα τέτοιας λογικής θα ήταν τουλάχιστον κατακριτέα. Είναι σαν να ισχυρίζεται κάποιος ότι επειδή στην απαγωγή Λεμπιδάκη ήταν μπλεγμένοι Κρητικοί, όλη η Κρήτη απαρτίζεται από απαγωγείς. Οι εγκληματικές αυτές πράξεις δεν είναι αποτέλεσμα “ράτσας” ή “βουλγαρικού DNA” αλλά μεμονωμένες περιπτώσεις αρρωστημένων ψυχών ανάμεσα στις χιλιάδες που ζουν σήμερα στη χώρα μας παλεύοντας τίμια για ένα καλύτερο αύριο...

Καθαρίστριες, οικιακές βοηθοί και ρεπό γεμάτα μνήμες

Όπως υπολογίζεται αυτή τη στιγμή ζούνε και εργάζονται στη χώρα μας περίπου 90.000 έως 120.000 Βούλγαροι αποτελώντας τη δεύτερη μεγαλύτερη μεταναστευτική κοινότητα μετά την αλβανική. Η πλειονότητα των γυναικών εργάζονται ως καθαρίστριες και οικιακές βοηθοί, πολλές είναι εκείνες που επιλέγουν τη φροντίδα υπερήλικων ατόμων ενώ οι άνδρες απασχολούνται κυρίως στον αγροτικό τομέα και σε οικοδομικές εργασίες. Οι περισσότεροι εξ' αυτών δουλεύουν έξι ημέρες την εβδομάδα με ένα ρεπό την Κυριακή το οποίο φροντίζουν να “ξοδεύουν” σε συγκεντρώσεις όπου αναπολούν την χαμένη πατρίδα.

Το Μεταξουργείο και ειδικά η οδός Ακομινάτου είναι η κατ' εξοχήν βουλγαρική περιοχή της Αθήνας με μίνι μάρκετ με βουλγαρικά προϊόντα, καφενεία και στέκια Βούλγαρων μεταναστών και αρκετά ταξιδιωτικά γραφεία με προορισμό πολλές βουλγαρικές πόλεις. Στο Μεταξουργείο, στην πλατεία Καραΐσκάκη, βρίσκεται και το Χαλκιάς Παλλάς, το κέντρο διασκέδασης που τα μεσημέρια της Κυριακής κυρίως γυναίκες από την Βουλγαρία, φορώντας τα καλά τους ρούχα, στήνουν το δικό τους γλέντι με τους δικούς τους χαμένους σκοπούς. Ένα μεταμεσονύκτιο γλέντι στην καρδιά της ημέρας γεμάτο μνήμες, φλερτ, δάκρυα, χαμόγελα, αγωνίες κι ένα ποτήρι κρασί στην υγειά της ζωής που ήθελαν, αλλά δεν μπόρεσαν να ζήσουν...

http://www.protothema.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου